ΕΠΑΝΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ |
Η δια βίου μάθηση συνδέεται με την ανάπτυξη της Κοινωνικής Οικονομίας από την άποψη ότι η πολυπλοκότητα του αντικειμένου απαιτεί διαρκή επιμόρφωση και συνειδητοποίηση των θεσμικών κανόνων μέσα στους οποίους λειτουργεί. Καταρχάς, θα πρέπει να ορίσουμε ότι η «δια βίου μάθηση» είναι μία μακροχρόνια διαδικασία, που ξεκινάει από τη γέννηση του ανθρώπου και συνεχίζει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Υπό αυτή την έννοια, δια βίου μάθηση δεν είναι ούτε τα Ι.Ε.Κ. ούτε τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας. Δεν ταυτίζεται με την σχολική μάθηση, αλλά είναι μια ξεχωριστή διαδικασία, που συνδυάζεται περισσότερο με τη μάθηση μέσα από την εργασία ή και τον εθελοντισμό. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι μια διαστροφή του όρου και της πρακτικής της διεργασίας σχετικά με τη δια βίου μάθηση. Ο επίσημος ορισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη δια βίου μάθηση αναφέρεται σε: «Κάθε μαθησιακή δραστηριότητα η οποία αναλαμβάνεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής με σκοπό τη βελτίωση των γνώσεων, των δεξιοτήτων και των εφοδίων, στο πλαίσιο μιας προσωπικής, κοινωνικής οπτικής και/ή μιας οπτικής που σχετίζεται με την απασχόληση» (European Commission, Com - 2001). Από φιλοσοφική άποψη, ο όρος «δια βίου μάθηση» αναφέρεται σε μια φιλοσοφική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία η εκπαίδευση θεωρείται ως το πιο κατάλληλο και αστείρευτο μέσο για διαρκή προσωπική βελτίωση και επαγγελματική εξέλιξη. Ο όρος αυτός καλύπτει κυρίως τη βιωματική μάθηση στην εργασία, τον πολιτισμό, καθώς και τη συμμετοχή στα κοινά, στην εφαρμογή νέων τεχνολογιών αλλά και την άσκηση στην τέχνη και τον εθελοντισμό. Στη σύγχρονη πρακτική, ενώ η δια βίου μάθηση εκθειάζεται, στην ουσία ακυρώνεται από ένα γραφειοκρατικό σύστημα με «κούφια» πτυχία. Επιπροσθέτως, ενώ εξελίσσεται τα τελευταία 20 χρόνια στην Ελλάδα, δεν έχει τα επιθυμητά αποτελέσματα, διότι εκτρέπεται από τον πραγματικό της στόχο που είναι η δια βίου μάθηση μέσα από την εργασία και όχι σε κάποιο σχολείο αποκομμένο από την παραγωγή. Η διαστροφή βρίσκεται ακριβώς στο γεγονός ότι η δια βίου μάθηση γίνεται στα δημόσια σχολεία, ενώ θα έπρεπε ρητά να απαγορεύεται να γίνεται σε αυτά. Η εκτροπή είναι προκλητική και σκόπιμη για να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένα συμφέροντα από τη διάθεση των πόρων. Αυτή η γενιά προείσπραξε τα χρήματα της επόμενης γενιάς, κάτι που είναι μια πρωτοφανής ιστορική απάτη. Οι πόροι για τη δια βίου μάθηση, λοιπόν, «πετιούνται» στη μαύρη τρύπα ενός αδηφάγου δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος που, στους τομείς τουλάχιστον των οικονομικών και της διοίκησης, κατασκευάζει πτυχία χωρίς αντίκρισμα στην πραγματική οικονομία. Αντίθετα, η δια βίου μάθηση δύναται να εφαρμοστεί σε πολυπληθείς τομείς: π.χ. ως μάθηση στην επιχειρηματικότητα, στην συνεργατική οργάνωση, σε νέα προϊόντα και υπηρεσίες όπου πραγματικά υπάρχει ανάγκη, στην παραγωγικότητα, στη δικτύωση, στην υγιεινή διατροφή, στα ζητήματα της πόλης και το περιβάλλον, στην κηποτεχνική, στη μαγειρική, στη διαδικασία e-learning, στη δημοσιογραφία πολιτών καθώς και σε πολλούς άλλους τομείς. Η δια βίου μάθηση μπορεί να προσφέρει βιωματική μάθηση στο χώρο της δράσης και της δουλειάς και σε σχέση με την παραγωγή αγαθών. Δηλαδή, μαθαίνω παράγοντας κάτι χειροπιαστά και όχι αποκτώντας θεωρητικές, ακαδημαϊκές και μόνον γνώσεις, οι οποίες ασφαλώς έχουν την αξία τους, αλλά δεν είναι δυνατόν να εμπεδωθούν χωρίς την πρακτική εφαρμογή. Πολλά Πανεπιστήμια στο εξωτερικό αναγνωρίζουν αυτή την ανάγκη και απαιτούν από τους φοιτητές την παράλληλη πρακτική άσκηση. Αυτό όμως δεν υποκαθιστά την ανάγκη της δια βίου μάθησης, που όπως είπαμε, είναι μια μακροχρόνια, εφόρου ζωής διαδικασία, με πρακτική εμπειρία. Σε ότι αφορά μάλιστα την πόλη και τον Δήμο, οι αρχαίοι έλεγαν: Η πόλις είναι το σχολείο. Ακόμη και οι τοίχοι της πόλης διδάσκουν. Δηλαδή, η δια βίου μάθηση γίνεται μέσα στην πόλη, στις λειτουργίες της πόλης, στις διαβουλεύσεις και τη συμμετοχή στα κοινά. Η τεχνική κατάρτιση γίνεται στα εργαστήρια παραγωγής και τα εργοτάξια και η άσκηση επιτηδευμάτων στις επιχειρήσεις που παράγουν και αναπαράγουν προϊόντα. Στο σύγχρονο κόσμο, δεν υπάρχουν απεριόριστες προσφερόμενες θέσεις εργασίας, ούτε αυτές προκύπτουν αυθόρμητα, ούτε μπορεί να τις δημιουργήσει απεριόριστα το κράτος. Για το λόγο αυτό, παρουσιάζεται η διόγκωση του φαινομένου της ανεργίας, που λογικά προκύπτει από τον περιορισμό της προσφοράς εργασίας και την ταυτόχρονη αύξηση της ζήτησης. Έτσι, είναι προφανές ότι οι θέσεις εργασίας δημιουργούνται από τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, την οποία ούτε το κράτος μπορεί να επεκτείνει, αλλά ούτε και ο ιδιωτικός τομέας, πέραν των ορίων εκείνων που επιτρέπουν σε μια επιχείρηση τη βιωσιμότητα. Σε κάθε περίπτωση, η βιωσιμότητα μιας επιχείρησης προϋποθέτει ένα ποσοστό κέρδους, ενώ για το κράτος προϋπόθεση της βιωσιμότητας είναι να μην υπάρχει ζημία. Πώς μπορούν να δημιουργηθούν όμως θέσεις εργασίας πέραν αυτών των ορίων; Ενδεχομένως μια πιο φιλοσοφημένη στάση ζωής που αναπτύσσει τους ανθρώπινους πόρους και την συνεργασία μεταξύ των ανθρώπων. Αν συγκρίνουμε τι διαδικασίες είχε η Αρχαία Αθήνα και τι έχουμε σήμερα, από την πλευρά της λειτουργίας και της κουλτούρας, λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνολογίες του τότε και του σήμερα, θα διαπιστώσουμε το εξής παράδοξο: να θαυμάζουμε την ποιότητα των έργων και την ποιότητα ζωής στην αρχαία Αθήνα, χωρίς τα εξελιγμένα τεχνολογικά και μηχανικά μέσα που διαθέτουμε σήμερα. Αυτό και μόνο θα πρέπει να μας προβληματίσει για την σχέση της επιστήμης με τη φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής. Πολύ απλά, θα λέγαμε ότι στην εποχή μας έχουμε εξελιγμένη επιστήμη και στην Αρχαία Αθήνα μοναδικά ανεπτυγμένη φιλοσοφία, που καθόριζε και τους θεσμούς της πόλης. Αν συνδυάσουμε λοιπόν τα εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα με την έξυπνη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων και μια πιο φιλοσοφημένη στάση ζωής σε σχέση με την κατανάλωση, τις ηθικές αξίες και την αντίθεση πλούτου-φτώχειας, σίγουρα μπορούμε να διεκδικήσουμε μια καλύτερη ποιότητα ζωής σε επάρκεια, μέσα από την ορθή κατανομή του παραγόμενου πλούτου, δίνοντας περισσότερη σημασία στον πνευματικό πλούτο της πόλης, που εξίσου καθορίζει την ποιότητα ζωής σε όλα τα επίπεδα. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε την ουσιαστική συσχέτιση της αξιοποίησης των ανθρωπίνων πόρων με τη διαχείριση της γνώσης, που δεν είναι μόνο η επιστήμη και η τεχνολογία, αλλά και η φιλοσοφική στάση ζωής των πολιτών σε προτεραιότητες και αξίες και η συμμετοχή τους για τα κοινά αγαθά της πόλης. Έτσι, η αποτελεσματικότητα της επιμορφωτικής διαδικασίας προϋποθέτει οργανωμένη έκφραση μέσα από τις Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών, τα συμβούλια της γειτονιάς, τις κοινωνικές δομές του Δήμου. Αν θέλουμε μάλιστα να πάμε λίγο πιο μακριά, μπορούμε να μιλάμε για τις σύγχρονες «Εκκλησίες του Δήμου». Δηλαδή, τοπικές συνελεύσεις διαβούλευσης, στο πλαίσιο της συμμετοχικής δημοκρατίας, που μπορούν να επισημαίνουν προβλήματα και να αναλαμβάνουν ευθύνες για την επίλυσή τους. Επίσης, μια άλλη μορφή έξυπνης διαχείρισης της γνώσης είναι η δημιουργία και η εξέλιξη των «θεσμών αλληλεγγύης» και η αξιοποίησή τους στην προώθηση της Κοινωνικής Οικονομίας και επιχειρηματικότητας. Δηλαδή, δημιουργία επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων. Ο υπεύθυνος και οργανωμένος πολίτης στη πόλη του καλείται να γίνει συν-δημιουργός με την Τοπική Αυτοδιοίκηση τοπικών αναπτυξιακών πρωτοβουλιών. Όχι με αποκλειστικό κίνητρο το κέρδος, αλλά τη διεκδίκηση της ποιότητας ζωής και την αντιμετώπιση της φτώχειας. Και σε αυτό το επίπεδο υπάρχουν πολύ καλύτερες τεχνολογικές και υλικές προϋποθέσεις από ότι υπήρχαν στην Αρχαία Αθήνα, όπου οι πολίτες ήταν συν-δημιουργοί της πόλης τους. Η κοινωνικοποίηση της γνώσης και της τεχνογνωσίας είναι βασικός όρος της ανάπτυξης της Κοινωνικής Οικονομίας και είναι απαραίτητο να βασιστεί σε ένα διαδραστικό επικοινωνιακό σύστημα το οποίο διαθέτει το σύνολο του επιμορφωτικού υλικού ελεύθερα στο διαδίκτυο και υποστηρίζεται από μία βάση δεδομένων διαδικτυακής πλατφόρμας e-learning και wiki με στόχο τη διάχυση χρηστικής πληροφόρησης και γνώσης προκαλώντας την απαιτούμενη συμμετοχικότητα. Αυτά τα επικοινωνιακά εργαλεία αποτελούν τη βάση διάδοσης και άντλησης επικοινωνιακού και επιμορφωτικού υλικού και καλών πρακτικών, μέσα από αναδραστικές διαδικασίες, η οποία θα μπορεί να υποστηρίζει workshops για την επιχειρηματικότητα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις αλληλόδρασης για να μαθαίνει ο ένας από τον άλλον, που είναι η πιο επιτυχημένη μέθοδος στη δια βίου μάθηση. Η διάδοση γνώσης θεωρείται βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας και από τη σκοπιά της σύνθεσης του κοινωνικού κεφαλαίου και η εφαρμογή της απαιτεί περίπλοκη οργανωτική τεχνογνωσία. Η οργάνωση της παραγωγής και διαχείρισης γνώσης και κατ’ επέκταση της διάδοσής της για κοινωνικό όφελος είναι βασικό ζητούμενο για την Κ.Ο. Για την εξυπηρέτηση αυτού του στόχου χρειάζονται δομές συγκέντρωσης κοινωνικού και διανοητικού κεφαλαίου, υποστήριξης κοινωφελών δράσεων, δημιουργίας ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος ανάπτυξης των Κοινωνικών Συνεταιρισμών (Κοιν.Σ.Επ.). Για τις ανάγκες συντονισμού και ενεργοποίησης όλων των εμπλεκομένων συνεταιριστών, Συμπράξεων, οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, συμμετεχόντων -συμπραττόντων εταίρων στο πλαίσιο της κοινωνικής επιχειρηματικότητας απαιτείται μια τέτοια οργάνωση. Οι υποστηρικτικές δομές συγκέντρωσης κοινωνικού κεφαλαίου, όμως, χρειάζονται δομές επικοινωνίας, μεταβίβασης και εκλαΐκευσης της γνώσης στους ενδιαφερόμενους δικαιούχους και πρακτικής εξάσκησης για την ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης στον τομέα του βιοτουρισμού. Οι δομές διαχείρισης και διάδοσης γνώσης είναι εκείνες οι οποίες μπορούν να κατευθύνουν και να συμβουλεύσουν στη συγκέντρωση κοινωνικού και διανοητικού κεφαλαίου, αλλά και χρηματικού επενδυτικού κεφαλαίου, μέσω Συμπράξεων στις οποίες συμμετέχουν και οι Κοιν.Σ.Επ. και υλοποιούν συγκεκριμένα επιχειρηματικά σχέδια με την ανάδειξη νέων δυνατοτήτων παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών βιοτουρισμού. Πρακτικά, πέρα από τις διαδικασίες συμμετοχής και διαβούλευσης σε επικοινωνιακά γεγονότα, με τη σύνθεση ψηφιακού περιεχομένου σε εγχειρίδια και πλατφόρμα ηλεκτρονικής μάθησης (e-learning), καθώς και σε σχετικό ηλεκτρονικό λεξικό (wiki) ή και έντυπο, οι παραπάνω δομές δύνανται να καταστούν βιώσιμες μακροπρόθεσμα. Αυτή η διαδικασία μπορεί να αποτελέσει θεσμική καινοτομία. Σύνδεση, δηλαδή, του υποκειμένου των κοινωνικών δικτύων με ένα σύστημα διαχείρισης της γνώσης, με αναστοχαστική λειτουργία προαγωγής της συλλογικής δημιουργίας, καθώς και διαλειτουργικότητα θεσμικών και τεχνοκρατικών εργαλείων. Οι δομές δια βίου μάθησης ως άξονες δράσης θα πρέπει να ανταποκριθούν σε ένα ολοκληρωμένο επικοινωνιακό σύστημα με ψηφιακό επιμορφωτικό περιεχόμενο χρηστικής ενημέρωσης και συμβουλευτικής, με διαθέσιμους επιμορφωτές και συμβούλους σε στοχευμένους τομείς ανάπτυξης του βιοτουρισμού. Έχοντας βάση το αντίστοιχο εκπαιδευτικό υλικό του εγχειριδίου και της πλατφόρμας e-learning (elearning.cbc-biotourism.eu), είναι σκόπιμο να πραγματοποιηθούν μαθήματα με σεμινάρια και workshops, τα οποία θα στηριχθούν σε εκπαιδευτικά πακέτα ανά ενότητα των θεματικών της Κοινωνικής Οικονομίας και του βιοτουρισμού. Τα μαθήματα δεν μπορούν να γίνονται από άλλους εκπαιδευτικούς φορείς, αλλά από τις ίδιες τις κοινωνικές συμπράξεις και τα περιφερειακά παρατηρητήρια που μπορούν να διδάξουν όχι μόνον ουδέτερες τεχνικές αλλά και πρακτικές δικτύωσης που λειτουργούν στην πράξη. Τα εκπαιδευτικά πακέτα οφείλουν να ανταποκρίνονται στη δόμηση ρητής γνώσης για την κοινωνική οικονομία και την επιχειρηματικότητα και να δημιουργούν κυψέλες γνώσης στις περιφερειακές δομές στήριξης. Να προσφέρονται ως εκπαιδευτικό υλικό όχι μόνον για τους συμβούλους, αλλά και για το σύστημα τηλεμάθησης, που μπορεί να λειτουργεί ως ανοικτό Λαϊκό πανεπιστήμιο για την κοινωνική οικονομία μέσω διαδικτύου. Η μείωση του κόστους των συναλλαγών, που είναι βασικός όρος της κοινωνικής οικονομίας, πρέπει να ανταποκρίνεται στη μείωση του εκπαιδευτικού κόστους με αντίστοιχη αύξηση της μάθησης, βάσει της κοινωνικοποίησης της γνώσης, στοχεύοντας παράλληλα στη διάδοση γνώσεων μέσω του συνεργατισμού και της δικτύωσης, στη μείωση του κόστους, εισάγοντας την τεχνογνωσία της κοινωνικής οικονομίας για την βιωσιμότητα βιοτουριστικών επιχειρήσεων με χαμηλή κερδοφορία. Σ’ αυτό το επίπεδο θα πρέπει να ληφθούν πρωτοβουλίες επιμόρφωσης χαμηλού κόστους σε συνεργατικό επίπεδο. Η δημιουργία εγχειριδίων για όλους τους τομείς ανάπτυξης του κοινού βιοτουριστικού προϊόντος και για την εξωστρέφεια αυτής της μορφής επιχειρηματικότητας, καθώς και μοντέλα επιχειρηματικών σχεδίων, τα οποία θα είναι διαθέσιμα για κοινωνικούς επιχειρηματίες, με βάση τα οποία θα πραγματοποιούνται και ειδικά σεμινάρια, καθίσταται πλέον απολύτως χρήσιμη. Οι κοινωνικές επιχειρήσεις δύνανται να επωφεληθούν από την αναγνώριση της σημασίας του διανοητικού κεφαλαίου. Ακόμη και στις πλέον ώριμες αγορές, οι εταιρείες προσπαθούν να διαφοροποιηθούν στη βάση της διανόησης και να εντάξουν το κεφάλαιο αυτό στην ευρύτερη στρατηγική τους. Το ίδιο ισχύει για τις κοινωνικές επιχειρήσεις και στον τομέα του βιοτουρισμού. Οι εκάστοτε επιστημονικές ομάδες και η υποστήριξη που θα παρέχουν οφείλουν να συμβάλλουν στο σχεδιασμό ώστε οι πόροι και τα χρηματοδοτικά εργαλεία να κατευθυνθούν και να υποστηρίξουν την πραγματική κοινωνική οικονομία των παραγωγών προϊόντων και υπηρεσιών βιοτουρισμού, δηλαδή να συμβάλλουν στον αναδραστικό στοχασμό μεταξύ των αναγκών που εκδηλώνονται στο επίπεδο πρακτικών εφαρμογών της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και των αρχών σύμφωνα με τις οποίες σχεδιάζονται οι πολιτικές χρηματοδότησης. Θα πρέπει να εισάγουν έννοιες και πρακτικές που βοηθούν στη συγκέντρωση άυλου κεφαλαίου, όπως συστήματα διαχείρισης της γνώσης και κοινωνικό και διανοητικό κεφάλαιο, που εντέλει κινητοποιεί και τους υλικούς πόρους. Η ανταλλαγή της γνώσης αποτελεί σημαντικό παράγοντα, που προϋποθέτει την κατανόηση, εκ μέρους των συμβούλων, ότι οι συγκεκριμένες θεωρίες και μέθοδοι συμβουλευτικής σταδιοδρομίας θα είναι προσβάσιμες σε όλους, στο κατάλληλο επίπεδο πολυπλοκότητας και λεπτομέρειας, καθώς και ότι όλοι θα αναγνωρίζουν τα υπάρχοντα επαγγελματικά πλαίσια δεξιοτήτων άλλων επαγγελματικών κατηγοριών ή τις απόψεις και τα ενδιαφέροντα των άλλων ομάδων με παραπλήσιο αντικείμενο και των εθελοντών. Επίσης, μπορεί να έχουν ένα ρόλο ως οι κύριοι συντελεστές δράσεων επισκόπησης και αξιολόγησης, στα πλαίσια μιας στρατηγικής διασφάλισης ποιότητας. Ένα από τα απαραίτητα χαρακτηριστικά ενός καλού συστήματος συμβουλευτικής είναι ότι πρέπει να είναι ταυτόχρονα ευρύ και να απευθύνεται σε συγκεκριμένες ομάδες-στόχους, να είναι και εκτεταμένο και εντατικό. Τα περίπλοκα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης και οι ευκαιρίες που παρέχουν μέσω τυπικών ή άτυπων δομών δεν είναι τόσο ξεκάθαρα για τους περισσότερους, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι πολίτες να χρειάζονται υποστήριξη στο σχεδιασμό της σταδιοδρομίας τους, ώστε να διαλέξουν μεταξύ των διαφορετικών επιλογών εκπαίδευσης και κατάρτισης, καθώς και να διαχειριστούν με επιτυχία τη μετάβασή τους από την εκπαίδευση στην αγορά εργασίας. Το δίκτυο των Περιφερειακών Μηχανισμών μπορεί να εκτείνεται στο σύνολο της χώρας ανά περιφερειακή ενότητα, όπως στην Περιφέρεια Δ. Μακεδονίας, παρέχοντας υπηρεσίες για τους κοινωνικούς επιχειρηματίες και τις κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, με εστίαση στη διεκπεραίωση της διοικητικής διαδικασίας και την παροχή υπηρεσιών οριζόντιας συμβουλευτικής. Οι Περιφερειακοί Μηχανισμοί μπορούν να παρέχουν τακτικές αναφορές για τις Κοιν.Σ.Eπ. της ευθύνης τους και να καταθέτουν προτάσεις για την ανάπτυξή τους. Θα υλοποιηθούν προγράμματα mentoring, ομαδικής και εξατομικευμένης συμβουλευτικής, από ειδικούς συμβούλους και εμπειρογνώμονες της κοινωνικής οικονομίας και κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Οι εμπειρογνώμονες αυτοί θα πρέπει να ανταποκρίνονται στο ρόλο των διαχειριστών γνώσης συνεργατικών τεχνολογιών, ώστε να είναι σε θέση να προτείνουν αναδιαρθρώσεις προγραμμάτων, αναμόρφωση συστημάτων και ανακατανομή των πόρων προς όφελος παραγωγικών δράσεων, έναντι της κυρίαρχης λογικής κατάρτισης χωρίς παραγωγικό αντικείμενο. Παράλληλα, ο ρόλος τους θα πρέπει να περιλαμβάνει τη δημιουργία και συντήρηση αποθετηρίων γνώσης για τη βελτιωμένη διάδοση γνώσης, επαναχρησιμοποίηση, μάθηση, συνεργασία και καινοτομία, μέσα από τις ίδιες τις δομές και τις επιχειρήσεις, με διαδικτυακά εργαλεία. Με τον τρόπο αυτόν, οι διαχειριστές γνώσης μπορούν να έχουν πληθώρα επιστημονικών υποβάθρων, από πληροφοριακές επιστήμες ως επιχειρησιακή διαχείριση των συνεργατικών τεχνολογιών, που δοκιμάζονται όμως στη πράξη με κριτήριο την αποτελεσματικότητα των ίδιων των εργαλείων που προτείνουν. Η συμμετοχή, λοιπόν, εμπειρογνωμόνων και εκπροσώπων των εμπλεκομένων φορέων με την κοινωνική οικονομία και την κοινωνική επιχειρηματικότητα σε μια επιστημονική ομάδα στήριξης κρίνεται απαραίτητη. Συνεπώς, οι επιστημονικές ομάδες θα παρέχουν υποστήριξη, εκτός από το Υπουργείο Εργασίας, προς τους συμπράττοντες φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, στα δίκτυα εθελοντισμού, στις κοινωνικές υπηρεσίες του Δημοσίου και στις επιτροπές που συντάσσουν τα στρατηγικά σχέδια ανάπτυξης. Η φύση και η ποιότητα των ιδιωτικών ατομικών αποφάσεων αποτελεί τώρα ζήτημα εξαιρετικής κοινωνικής σημασίας, όπως επίσης και το εύρος και η ποιότητα των διαθέσιμων υπηρεσιών συμβουλευτικής σταδιοδρομίας για να τους στηρίξουν. Σχετικά με τη δημιουργία επιστημονικής ομάδας, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, συνολικά, οι ανάγκες συντονισμού και ενεργοποίησης όλων των εμπλεκομένων συνεταιριστών, Συμπράξεων, συμμετεχόντων – συμπραττόντων εταίρων στο πλαίσιο της κοινωνικής επιχειρηματικότητας, οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών, καθώς και των διαμεσολαβητικών – υποστηρικτικών δομών, Δήμων, δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων. Επίσης, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες μεταβίβασης και εκλαΐκευσης της γνώσης και της πρακτικής που χρειάζεται για την ανάπτυξη της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και της απασχόλησης, καθώς η ανεργία ολοένα και αυξάνεται. Επιπρόσθετα έργα περιλαμβάνουν την κατανομή των ρόλων, την παροχή κατάρτισης, ευκαιριών ανάπτυξης και υποστηρικτικού υλικού για όλους όσους εμπλέκονται στην παροχή αυτών των υπηρεσιών. Πολιτικές της αγοράς εργασίας, αναθεωρήσεις και τάσεις επηρεάζουν την ανάπτυξη μεμονωμένων εργασιακών ρόλων, παράγοντες που συνοδεύονται για κάποιους από την απόκτηση υψηλότερων ή πιο σχετικών με την εργασία τους προσόντων. Η επιστημονική συμβουλευτική μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην εξασφάλιση της βιωσιμότητας του έργου σύνθεσης και ανάπτυξης κοινού βιοτουριστικού προϊόντος μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας, με τους ακόλουθους τρόπους: • Χαράσσοντας πολιτικές σύνθεσης των κατακερματισμένων διαθέσιμων πόρων και διαμορφώνοντας εργαλεία μετασχηματισμού τους σε υλικό και ανθρώπινο κεφάλαιο. • Χαράσσοντας πολιτικές στρατηγικής ανάπτυξης των Κοινωνικών Συμπράξεων και κοινωνικής δικτύωσης καταναλωτών και παραγωγών, δείχνοντας με ποιο τρόπο θα λειτουργήσουν αυτοί οι θεσμοί. • Αναδεικνύοντας νέους τομείς και πρακτικές που μπορεί να κατευθυνθεί η κοινωνική επιχειρηματικότητα στον τομά του βιοτουρισμού σε προϊόντα και υπηρεσίες. • Υποδεικνύοντας μεθόδους μόχλευσης συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων που μπορούν να αναλάβουν πρωτοβουλίες σχετικές με την κοινωνική επιχειρηματικότητα σε τομείς του βιοτουρισμού. Το Παρατηρητήριο των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών, για να αντιμετωπιστεί το σοβαρό έλλειμμα ανάπτυξης της συνεργασίας μεταξύ των κοινωνικών επιχειρήσεων και αυτοαπασχολούμενων, αναλαμβάνει την πρωτοβουλία της αλληλέγγυας συμβουλευτικής. Ο όρος «αλληλέγγυα συμβουλευτική» αυτός σημαίνει την διάχυση τεχνογνωσίας και πληροφοριών από τα κοινωνικά δίκτυα των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών προς κάθε ενδιαφερόμενο που ενδιαφέρεται να ιδρύσει κοινωνική επιχείρηση ή να βρει εργασία σε κοινωνική επιχείρηση. Η διαδικασία της αλληλέγγυας συμβουλευτικής θα εξυπηρετηθεί μέσω των δικτυακών τόπων του Παρατηρητηρίου και τα εργαλεία ηλεκτρονικής μάθησης που διαθέτει και τους μέντορες που συνεργάζονται σε πανελλαδικό επίπεδο για αυτό το σκοπό. Ηλεκτρονική Διεύθυνση του Παρατηρητηρίου. http://www.paratiritiriokp.gr/ MAIL: info@paratiritiriokp.gr Σε πρακτικό επίπεδο για άμεση επικοινωνία οι ενδιαφερόμενοι μπορεί να απευθύνονται στους ΜΕΝΤΟΡΕΣ αλληλέγγυας συμβουλευτικής. ΜΕΝΤΟΡΕΣ
|