Το ζήτημα της έξυπνης διαχείρισης της γνώσης στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και η Δια Βίου Μάθηση. |
Γράφει ο Βασίλης Τακτικός
Το ζήτημα της «έξυπνης διαχείρισης της γνώσης» είναι από τα πολλά θέματα που ανέπτυξε στην ηλεκτρονική εφημερίδα Social Activism Αθηνών, ύστερα από μια προφορική ομιλία στο σεμινάριο της εφημερίδας προς νέους συντάκτες. Για να προσδιορίσουμε το θέμα, ας δούμε πρώτα ποιο είναι το ζητούμενο στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και γενικότερα μέσα στην πόλη μας. Το ζητούμενο στην Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ασφαλώς η αντιμετώπιση των μύριων προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Αθήνα, η ανεργία, η φτώχεια, ο κοινωνικός αποκλεισμός, η αποδιοργάνωση της αγοράς, η ασχήμια της πόλης και η γενικότερη εικόνα παρακμής στο κέντρο.Έχοντας λοιπόν να αντιμετωπίσουμε αυτά τα προβλήματα εν μέσω κρίσης ένας ουσιαστικός μόνο τρόπος υπάρχει. Να διαχειριστούμε καλύτερα τους ανθρώπινους πόρους και τη γνώση που υπάρχει σε πολλούς τομείς και μένουν αναξιοποίητοι λόγω γραφειοκρατικών αγκυλώσεων της διοίκησης είτε του Κράτους είτε του Δήμου. Το άλλο επίπεδο ορθολογικής διαχείρισης της γνώσης εκτός από το διοικητικό είναι το επίπεδο της διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού και της σύζευξης τεχνικών γνώσεων με την πολιτική συνειδητότητα του πολίτη και του καταναλωτή. Την ενεργό συμμετοχή του πολίτη στην διαχείριση των ζητημάτων που απασχολούν τη πόλη του. Για να συμμετέχει ο πολίτης ώστε να γίνει ουσιαστική η συμβολή του στην διαχείριση της πόλης του πρέπει να υπάρξει μια διαδικασία. Καταρχήν, αυτό δε μπορεί να γίνει ανοργάνωτα. Η αποτελεσματικότητα προϋποθέτει οργανωμένη έκφραση μέσα από τις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών, συμβούλια της γειτονιάς, κοινωνικές δομές του Δήμου και αν θέλουμε να πάμε λίγο πιο μακριά μπορούμε να μιλάμε για τις σύγχρονες «εκκλησίες του Δήμου». Δηλαδή, τοπικές συνελεύσεις διαβούλευσης στο πλαίσιο της συμμετοχικής δημοκρατίας που μπορούν να επισημαίνουν προβλήματα και να αναλαμβάνουν ευθύνες για την επίλυση τους. Επίσης, μια άλλη μορφή έξυπνης διαχείρισης της γνώσης είναι η δημιουργία και η εξέλιξη των «θεσμών αλληλεγγύης» και η αξιοποίηση τους στην προώθηση της κοινωνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας. Δηλαδή, δημιουργία επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων. Ο υπεύθυνος και οργανωμένος πολίτης στη πόλη του, καλείται να γίνει συν-δημιουργός με την Τοπική Αυτοδιοίκηση τοπικών αναπτυξιακών πρωτοβουλιών. Όχι με αποκλειστικό κίνητρο το κέρδος αλλά την διεκδίκηση της ποιότητας ζωής και την αντιμετώπιση της φτώχειας. Και σε αυτό το επίπεδο υπάρχουν πολύ καλύτερες τεχνολογικές και υλικές προϋποθέσεις από ότι υπήρχαν στην Αρχαία Αθήνα όπου οι πολίτες ήταν συν-δημιουργοί της πόλης τους. Η βασική προϋπόθεση αντιμετώπισης των σύγχρονων προβλημάτων της πόλης είναι η αλλαγή της πολιτικής κουλτούρας στο πρότυπο συμμετοχικής δημοκρατίας. Εδώ βρίσκεται η ουσία της προβληματικής που μπορούμε να θέσουμε σήμερα. Όχι φυσικά για να αντιγράψουμε το μοντέλο της Αρχαίας Αθήνας (κάτι που είναι αδύνατο σήμερα) αλλά μπορούμε να εμπνευστούμε από αυτό σε ό, τι αφορά την διαχείριση της γνώσης και της συλλογικής δημιουργίας. Έτσι μπορούμε να δημιουργήσουμε νέες επιχειρήσεις, βιώσιμες, και σε συλλογικό επίπεδο και πιο ικανούς εργαζόμενους οι οποίοι θα μπορούν να προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες σε αναγκαία προϊόντα και υπηρεσίες. Είναι προφανές λοιπόν, ότι στην πόλη μας και γενικότερα η χώρα μας στερείται ενός ικανού και ανεπτυγμένου καταναλωτικού κινήματος εάν εκτιμήσει κανείς τα αποτελέσματα σε σχέση με τις τιμές. Όταν βασικά είδη διατροφής είναι στη διπλάσια τιμή από ότι προσφέρονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες μπορεί να βγάλει κανείς εύκολα συμπεράσματα και να καταλήξει στο ότι στη χώρα μας υπάρχει συνδικαλιστικό κίνημα που ενδιαφέρεται μόνο για την αύξηση μισθών αλλά δεν δίνει σημασία στη μείωση των τιμών με αποτέλεσμα τελικώς να κερδίζουν οι κερδοσκόποι και όχι τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα. Αυτό σημαίνει ότι ολοένα και περισσότεροι πολίτες ωθούνται στον κοινωνικό αποκλεισμό. Το συμφέρον βέβαια του συνόλου είναι πρώτα από όλα η μείωση των τιμών και ο περιορισμός της κερδοσκοπίας. Στο ερώτημα τι κερδίζει η πόλη στο σύνολο της από μία τέτοια στάση των πολιτών, η απάντηση είναι σαφώς λιγότερο κοινωνικά και οικονομικά αποκλεισμένοι πολίτες άρα περισσότεροι ενεργοί πολίτες και εισοδηματικά ακμαίοι τους οποίους τελικά φορολογεί και με αυτό τον τρόπο ανάλυση και η πόλη. Καταρχήν θα πρέπει να ορίσουμε ότι η «δια βίου μάθηση» είναι μία μακροχρόνια διαδικασία που ξεκινάει από τη γέννηση του ανθρώπου και συνεχίζει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Υπό αυτή την έννοια δια βίου μάθηση δεν είναι ούτε τα κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης ούτε τα σχολεία δεύτερης ευκαιρίας. Δεν ταυτίζεται με την σχολική μάθηση αλλά είναι μια ξεχωριστή διαδικασία που συνδυάζεται περισσότερο με τη μάθηση μέσα από την εργασία ή και τον εθελοντισμό. Αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας είναι μια διαστροφή του όρου και της πρακτικής της διεργασίας. Μια διαστροφή ανόητης και αναποτελεσματικής διαχείρισης της γνώσης- πόρων. Γιατί το σχολείο προσφέρει αυτά που ξέρουμε όλοι ότι προσφέρει. Η δια βίου μάθηση μπορεί να προσφέρει ως βιωματική μάθηση στο χώρο της δράσης και στο χώρο της δουλειάς και σε σχέση με την παραγωγή αγαθών. Δηλαδή μαθαίνω παράγοντας κάτι χειροπιαστό και όχι θεωρητικές και ακαδημαϊκές γνώσεις οι οποίες ασφαλώς έχουν την αξία τους αλλά δεν είναι δυνατόν να εμπεδωθούν χωρίς την πρακτική εφαρμογή. Πολλά Πανεπιστήμια στο εξωτερικό αναγνωρίζουν αυτή την ανάγκη και απαιτούν από τους φοιτητές την παράλληλη πρακτική άσκηση. Αυτό όμως δεν υποκαθιστά την ανάγκη της δια βίου μάθησης που όπως είπαμε είναι μια μακροχρόνια διαδικασία εφόρου ζωής. Σε ότι αφορά την πόλη και τον Δήμο οι αρχαίοι έλεγαν: Η πόλις είναι το σχολείο. Ακόμη και οι τοίχοι της πόλης διδάσκουν. Αν λάβουμε υπόψη τι είχε η Αρχαία Αθήνα και τι έχουμε σήμερα από την πλευρά της λειτουργίας και τη κουλτούρας του τότε με τις τεχνολογίες του σήμερα θα διαπιστώσουμε το εξής παράδοξο. Να θαυμάζουμε την ποιότητα των έργων και την ποιότητα ζωής στην αρχαία Αθήνα χωρίς τα εξελιγμένα τεχνολογικά και μηχανικά μέσα που διαθέτουμε σήμερα. Αυτό και μόνο θα πρέπει να μας προβληματίσει για την σχέση της επιστήμης με την φιλοσοφία και τον τρόπο ζωής. Πολύ απλά θα λέγαμε ότι στην εποχή μας έχουμε εξελιγμένη επιστήμη και στην Αρχαία Αθήνα μοναδικά ανεπτυγμένη φιλοσοφία που καθόριζε και τους θεσμούς της πόλης. Αν συνδυάσουμε λοιπόν τα εξελιγμένα τεχνολογικά μέσα με την έξυπνη διαχείριση των ανθρωπίνων πόρων και μια πιο φιλοσοφημένη στάση ζωής σε σχέση με την κατανάλωση τις αξίες ζωής και την αντίθεση πλούτος- φτώχεια σίγουρα μπορούμε να διεκδικήσουμε μια καλύτερη ποιότητα ζωής σε επάρκεια μέσα από την κατανομή του παραγόμενου πλούτου δίνοντας περισσότερη σημασία στο πνευματικό πλούτο της πόλης που εξίσου καθορίζει την ποιότητα ζωής σε όλα τα επίπεδα. |