Ανθοϊάματα & Ομοιοπαθητική |
Η ανθοθεραπεία και η ομοιοπαθητική εμφανίζουν κάποιες πολύ βασικές ομοιότητες. Και οι δύο αποτελούν εναλλακτικές προσεγγίσεις, των οποίων η δράση ασκείται μέσω της από του στόματος λήψης ενεργειακών σκευα- σμάτων. Και στις δύο μεθόδους, για την επιλογή των θεραπευτικών σκευασμάτων λαμβάνεται υπ’ όψιν η ψυχολογική κατάσταση του ατόμου. Και οι δύο μέθοδοι είναι σε θέση να ασκήσουν πολύ σημαντική επίδραση στον ανθρώπινο ψυχισμό και γενικότερα στην υγεία. Και οι δύο μέθοδοι είναι ολιστικής φύσης, δηλαδή ασχολούνται με τον άνθρωπο στο σύνολό του, θεωρώντας την υγεία και την ασθένεια σαν εκφράσεις της καλής ή μη λειτουργίας και συνεργασίας ανάμεσα στο σώμα,στην ψυχή και στο πνεύμα.Υπάρχουν όμως και σημαντικές διαφορές ανάμεσά τους. Η ομοιοπαθητική γενικά εμφανίζει μια πολύ πιο ισχυρή και άμεση επίδραση στη σωματική σφαίρα από ό,τι τα ανθοϊάματα, πράγμα που την καθιστά ιδιαίτερα κατάλληλη για αρρώστιες και προβλήματα σωματικής φύσης. Τα ανθοϊάματα μπορούν να βοηθήσουν πολύ σε ψυχοσωματικά προβλήματα, εφ’ όσον είναι γνωστό το ψυχολογικό προφίλ που συνδέεται με την εμφάνισή τους. Τα ανθοϊάματα αντίθετα επιλέγονται αποκλειστικά και μόνο με βάση την ψυχολογία του ατόμου.Σύμφωνα με την κλασσική ομοιοπαθητική το φάρμακο που ανταποκρίνεται στην παθολογία του ασθενούς και συγκεφαλαιώνει τα κύρια χαρακτηριστικά της ιδιοσυγκρασίας του είναι μόνο ένα κάθε φορά (similimun). Στην ανθοθεραπεία μπορούμε να δημιουργούμε συνδυασμούς ανθοϊαμάτων, συνθέτοντας τα κύρια ψυχολογικά χαρακτηριστικά του ατόμου στη δεδομένη χρονική στιγμή, χωρίς να δεσμευόμαστε από τη φυσιολογία και τα σωματικά του συμπτώματα. Πολλές φορές είναι πολύ δύσκολο να προσδιοριστεί το ομοιοπαθητικό φάρμακο που ταιριάζει σε μια περίπτωση, επειδή η ιδιοσυγκρασία εμφανίζεται ασαφής και περιπεπλεγμένη από ομοιοπαθητική άποψη. Πάντα όμως είναι δυνατόν να προσδιορίσει κανείς κατάλληλα ανθοϊάματα, αξιολογώντας συναισθήματα και εκδηλώσεις στη συμπεριφορά.Το ομοιοπαθητικό φάρμακο συχνά λαμβάνεται σε εφ’ άπαξ δόση, εμφανίζει μια σταδιακή αύξηση της ισχύος της δράσης του, φτάνοντας σε μια κορύφωση μετά από την οποία τα αποτελέσματα μπορεί να αρχίζουν να φθίνουν. Τότε μόνο το αρχικό φάρμακο μπορεί να επαναληφθεί ή να αντικατασταθεί από κάποιο άλλο. Τα ανθοϊάματα δρουν σταθερά, η επίδρασή τους πολλαπλασιάζεται με τον χρόνο και δεν εξασθενεί, όσο καιρό και αν χρειαστεί να τα χρησιμοποιήσει κάποιος. Επίσης μπορούν να επαναλαμβάνονται όποτε κρίνει κανείς ότι τα χρειάζεται, χωρίς περιορισμούς. Αν το ομοιοπαθητικό φάρμακο δεν είναι κατάλληλο, μπορεί να προκαλέσει παροδικά κάποια συμπτώματα, τα οποία συμπτώματα θα ήταν σε θέση να θεραπεύσει αν υπήρχε η αντίστοιχη πάθηση (proving, ‘όμοιον πάθος’). Συμπερασματικά, υπάρχουν πολύ λιγότεροι ‘νόμοι’ και περιορισμοί στην ανθοθεραπεία, σε σχέση με την ομοιοπαθητική. Σε αντιστάθμισμα όμως, η θεραπεία με ανθοϊάματα δεν έχει τη δυνατότητα να καθοδηγείται από την ύπαρξη σωματικών συμπτωμάτων ή άλλων φυσικών χαρακτηριστικών και οφείλει να βασιστεί εξ ολοκλήρου στη βαθιά αντίληψη και γνώση των διαδικασιών της ψυχής. Το άρθρο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο της Μαρίνας Αγγελή ‘Ανθοθεραπεία με τα Ιάματα Μπαχ’. |