Μεσόγειος εν κινδύνω |
Η διαχείριση υδατικών πόρων στην Μεσόγειο κρίνεται απαραίτητη για την μελλοντική επάρκεια νερού στην περιοχή. Κείμενο: Μαρία Μιμίκου* και Ευθυμία Γεωργίου** Οι περιοχές της Μεσογείου παρουσιάζουν κοινά περιβαλλοντικά και αναπτυξιακά προβλήματα, εκ των οποίων τα σοβαρότερα σχετίζονται με την ολοκληρωμένη διαχείριση και την ανάπτυξη των υδατικών πόρων και τον έλεγχο των πηγών ρύπανσης των υδρολογικών λεκανών. Ωστόσο υπάρχουν συγκεκριμένες και σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις ακτές της Μεσογειακής λεκάνης οι οποίες και είναι καθοριστικές για τον τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων αυτών. Οι διαφορές αυτές αφορούν κυρίως τα φυσικά και ανθρωπογενή χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής. Συγκεκριμένα το δημογραφικό πρόβλημα χαρακτηρίζεται από δύο διαφορετικές δυναμικές. Υπάρχει ένας νέος και γρήγορα αυξανόμενος πληθυσμός στις Νότιες και Ανατολικές χώρες της λεκάνης της Μεσογείου και ένας γηράσκων πληθυσμός με χαμηλούς ρυθμούς αύξησης στο Βορρά. Επίσης το επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης διαφέρει και αυτό σημαντικά ανάμεσα στις διαφορετικές χώρες της Μεσογείου. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 90% του συνολικού κατά κεφαλήν εισοδήματος των χωρών της Μεσογείου, παράγεται από τις 5 χώρες που είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Πορτογαλία, Ισπανία, Γαλλία, Ιταλία, Ελλάδα). Τέλος όσον αφορά στο φυσικό τοπίο, αυτό μπορεί εκ πρώτης άποψης να επηρεάζεται από το κοινό «Μεσογειακό» κλίμα, δηλαδή συνθήκες γενικά ξηρές, με μάλλον μεγάλα σε διάρκεια καλοκαίρια που δημιουργούν αυξημένες αρδευτικές ανάγκες αλλά και εδώ υπάρχουν σημαντικές διαφορές που επηρεάζουν την διαχείριση των πόρων και των λεκανών: Υπάρχει αντίθεση ανάμεσα στις χώρες της Βόρειας ακτής (συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας) με εύκρατο κλίμα που υποστηρίζεται από επαρκείς ποσότητες υδατικών πόρων και των Νότιων και Νότιο-Ανατολικών ακτών, προσκείμενων σε ξηρές περιοχές και έρημους με περιορισμένους υδατικούς πόρους (με εξαίρεση την Αίγυπτο και τον ποταμό Νείλο). Συνοψίζοντας, μέσα σε αυτό το γενικό τοπίο της Μεσογείου με τα φυσικά υδατικά συστήματα να βρίσκονται σε κίνδυνο, τα ίδια αυτά συστήματα συχνά αποτελούν το κίνδυνο. Για παράδειγμα οι πλημμύρες που προκαλούνται από ραγδαίες βροχοπτώσεις, συνιστούν την βασική διακινδύνευση λόγω φυσικών φαινομένων στην περιοχή, μια διακινδύνευση που αυξάνεται με την αύξηση της συγκέντρωσης των πληθυσμών σε περιοχές που εκτίθενται στον πλημμυρικό κίνδυνο. Διαχείριση πόρων Στόχος της διαχείρισης των Υδατικών Πόρων είναι να παρέχει επαρκούς ποσότητας και καλής ποιότητας νερό στον άνθρωπο και στο φυσικό περιβάλλον. Σύμφωνα με την ορολογία της διαχείρισης, οι ανάγκες σε νερό από τον άνθρωπο και το φυσικό περιβάλλον διαμορφώνουν τον «στόχο» της διαχείρισης των υδατικών πόρων που είναι η ύδρευση, η διαχείριση λυμάτων και ποιότητας νερού, τα όμβρια ύδατα και η ανάσχεση πλημμυρών, η παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας, οι μεταφορές, η αναψυχή καθώς και νερό για το περιβάλλον, τα ψάρια και την πανίδα. Ο κάθε ένας από αυτούς τους στόχους ορίζει ουσιαστικά τις διαφορετικές δραστηριότητες που απαρτίζουν τον τομέα της διαχείρισης των υδατικών πόρων, ο οποίος είναι πολυσύνθετος. Ωστόσο η διαχείριση των υδατικών πόρων είναι αποτελεσματική μόνο όταν ενθαρρύνει το σχεδιασμό και την υλοποίηση σχεδίων μέσω μιας δυναμικής διαδικασίας, που να προσαρμόζεται σε διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες (περιβαλλοντικές, κλιματικές) και όταν επιφέρει ισορροπία στις ανταγωνιστικές χρήσεις νερού μέσω ενός αποδοτικού σχεδίου κατανομής, το οποίο συμπεριλαμβάνει οικονομικά μεγέθη, περιβαλλοντικά οφέλη και κόστη, καθώς και κοινωνικές αξίες. Σε κάθε περίπτωση, το βασικό υπόβαθρο για την επίτευξη αποτελεσματικής διαχείρισης, αποτελεί το ανθρώπινο δυναμικό και η τεχνολογική υποδομή. Συγκεκριμένα για την αποτελεσματική διαχείριση υδατικών πόρων, απαραίτητη είναι και η κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή, με υιοθέτηση σύγχρονων τεχνολογιών αλλά και αντιλήψεων. Μερικά από τα απαραίτητα στοιχεία που συνθέτουν το βασικό υπόβαθρο, πάνω στο οποίο θα αναπτυχθούν οι δράσεις και οι ενέργειες με σκοπό την διαχείριση είναι: - Βάσεις δεδομένων, που να είναι επαρκείς και ενημερωμένες με τα απαραίτητα δεδομένα, Τέλος, η βέλτιστη διαχείριση των υδατικών πόρων στοχεύει στη διατήρηση των υπαρχόντων φυσικών υδατικών συστημάτων, στην προστασία και αναβάθμιση της ποιότητας των υδατικών πόρων και στη διαχείριση της ζήτησης νερού με σκοπό την επάρκεια και την εξοικονόμηση, λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικοπολιτικές ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής. Στην Ελλάδα Η Ελλάδα είναι μια χώρα με μικρή έκταση (132.000 km2), έντονο ανάγλυφο, περιορισμένη ενδοχώρα και μεγάλο ανάπτυγμα ακτών. Αποτέλεσμα της ιδιόμορφης αυτής γεωμορφολογικής διάρθρωσης είναι η πολυδιάσπαση του χώρου σε πολλές αλλά μικρές λεκάνες απορροής, καθεμιά από τις οποίες έχει διαφορετικά προβλήματα και επομένως απαιτείται διαφοροποιημένη και εύκολα προσαρμόσιμη διαχειριστική πολιτική. Σύμφωνα με το Νόμο 1739/87, η Ελλάδα διαιρείτε σε 14 μονάδες, που ονομάζονται υδατικά διαμερίσματα και περιλαμβάνουν σύνολα λεκανών απορροής, με κατά το δυνατό όμοιες υδρολογικές συνθήκες. Η διαμερισματοποίηση αυτή δεν έχει αποφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα στον τομέα του νερού, ο οποίος εξακολουθεί να παρουσιάζει αρκετές αδυναμίες και προβλήματα που απορρέουν κυρίως από την πολυδιάσπαση των αρμοδιοτήτων των σχετικών φορέων, αλλά και την αδυναμία συντονισμού της δράσης τους που πολλές φορές παρουσιάζεται ανταγωνιστική στις διάφορες χρήσεις του νερού. Ειδικότερα, τα σημαντικότερα προβλήματα που μπορεί κανείς να επισημάνει σχετικά με την κατάσταση στην Ελλάδα είναι τα παρακάτω: - Η έλλειψη συστηματικής και αξιόπιστης καταγραφής και αξιολόγησης των φυσικών και τεχνητών υδατικών συστημάτων από ποσοτική και ποιοτική άποψη, καθώς και η έλλειψη επαρκών μετρήσεων υδρολογικών, μετεωρολογικών, υδρογεωλογικών και ποιοτικών παραμέτρων. - Η έλλειψη ορθολογικά οργανωμένου Εθνικού Δικτύου συλλογής πληροφοριών των φυσικών δεδομένων και ενιαίας βάσης για την καταχώρηση τους, με αποτέλεσμα την ατελή γνώση των διαφόρων συνιστωσών του υδρολογικού κύκλου, παρά το μεγάλο αριθμό φορέων που ασχολούνται με τις μετρήσεις και τον σημαντικό αριθμό των σχετικών σταθμών. - Η δυσκολία συντονισμού μεταξύ των αρμόδιων φορέων σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, όσον αφορά σε μελέτες και έρευνες υποδομής σχετικές με τους υδατικούς πόρους. - Η ευκαιριακή και ανεξέλεγκτη υπερ-εκμετάλλευση μεμονωμένων υδροφορέων, χωρίς εμπεριστατωμένη γνώση των δυνατοτήτων τους που οδηγεί στην βαθμιαία ποιοτική και ποσοτική υποβάθμιση του. - Η δυσκολία πραγματοποίησης μακροχρόνιων προβλέψεων μεγεθών ή τάσεων υδρολογικών κλπ. - Η έλλειψη συστηματικής και αξιόπιστης καταγραφής και μέτρησης των ποσοτήτων νερού που χρησιμοποιούνται για κάθε χρήση (ιδιαίτερα στον αγροτικό τομέα). - Η μη ορθολογική διαχείριση των διασυνοριακών υδάτων. Πρόγραμμα HydroCare Το πρόγραμμα HydroCare που υλοποιείται κατά την περίοδο 2006 – 2007 από το Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, έχει ως αντικείμενο τη μελέτη του υδρολογικού κύκλου σε περιοχές της ΝΑ Μεσογείου. Το πρόγραμμα στοχεύει στην ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου συστήματος ικανού για την εκτίμηση της επίδρασης των υδρομετεωρολογικών γεγονότων στους υδατικούς πόρους της ΝΑ Μεσογείου. Έμφαση θα δοθεί στην ανάπτυξη εργαλείων για την ορθολογική εκμετάλλευση των υδατικών πόρων, με σκοπό τη διατήρηση και ενίσχυση της οικονομικής και περιβαλλοντικής ευημερίας. Στη συνέχεια τα εργαλεία διαχείρισης θα εφαρμοστούν σε συγκεκριμένες περιοχές μελέτης. Άλλα κύρια σημεία του προγράμματος είναι: η αναδημιουργία του υδρολογικού κύκλου σε επίπεδο λεκάνης απορροής στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, το οποίο είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού παρατηρημένων στοιχείων (επίγειων και τηλεπισκοπικών) με μαθηματικά μοντέλα και η ανάπτυξη ενός δικτύου υψηλού επιπέδου εντός ενός διεθνούς πλαισίου για τη συλλογή και ανταλλαγή υδρομετεωρολογικών δεδομένων και την παροχή τους σε διάφορους χρήστες όπως ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες, επιχειρηματίες και διάφοροι δημόσιοι φορείς. Οι εμπλεκόμενοι στο πρόγραμμα φορείς από την Ελλάδα είναι ο τομέας ΥΠΥΘΕ της Σχολής Πολιτικών Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και ο Δήμος Αργοστολίου της Κεφαλονιάς, καθώς και άλλοι φορείς από την Ιταλία, τη Γερμανία την Πολωνία, τη Σλοβακία και τη Ρουμανία. Η επιλεγμένη από το Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου περιοχή μελέτης αφορά στο νησί της Κεφαλονιάς, το οποίο ανήκει στο νησιωτικό συγκρότημα των Ιονίων Νήσων της Δυτικής Ελλάδας και είναι το μεγαλύτερο από τα Επτάνησα. Μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος, στόχοι είναι η αναδημιουργία του υδρολογικού κύκλου σε επίπεδο λεκάνης απορροής στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, ο συνδυασμός παρατηρημένων στοιχείων επίγειων και τηλεπισκοπικών και η εφαρμογή τους σε υδρολογικά μοντέλα, καθώς και η ανάπτυξη ενός δικτύου υψηλού επιπέδου για τη συλλογή και ανταλλαγή υδρομετεωρολογικών δεδομένων και την παροχή τους σε διάφορους χρήστες. Η περιοχή της λεκάνης της Μεσογείου παρουσιάζει κοινά προβλήματα που αφορούν την διαχείριση των υδατικών πόρων και σχετίζονται με πιέσεις περιβαλλοντικές και ανθρωπογενείς. Υπάρχουν όμως συγκεκριμένες και σημαντικές διαφοροποιήσεις όσον αφορά τις ακτές της Μεσογείου που σχετίζονται με παραμέτρους καθοριστικές για την βέλτιστη διαχείριση των υδατικών πόρων όπως κλιματολογικές συνθήκες, πληθυσμιακές διαφορές και οικονομικό επίπεδο ανάπτυξης. Η βέλτιστη διαχείριση υδατικών πόρων στοχεύει στη διατήρηση των υπαρχόντων φυσικών υδατικών συστημάτων, στην προστασία και αναβάθμιση της ποιότητας των υδατικών πόρων και στη διαχείριση της ζήτησης του νερού, με σκοπό την επάρκεια και εξοικονόμηση, λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνικές, οικονομικές, περιβαλλοντικές και κοινωνικοπολιτικές ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής. Την επιτακτική ανάγκη της διαχείρισης των υδατικών πόρων σε περιφερειακό επίπεδο, έρχεται να ενισχύσει η Ευρωπαϊκή Οδηγία Πλαίσιο για τα νερά με την ειδικότερη απαίτηση της διαχείρισης των υδατικών πόρων σε επίπεδο λεκάνης. |